ΜΑΚΡΥΑ ΑΠΟΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ: ΠΡΩΙΜΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΣΤΑ ΠΕΡΑΤΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
- Όμιλος Αρχαιολογίας
- 31 juil. 2018
- 3 min de lecture
Dernière mise à jour : 23 août 2018
ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ ΠΑΝΩ ΣΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΤΗΣ ΔΡ. CAITLIN GREEN
Αγνή Αγάθη Κ. Παπαμιχαήλ, ΙΣΑ 4ο έτος

Η ευρύτητα των εμπορικών δραστηριοτήτων της Πρώιμης Βυζαντινής Αυτοκρατορίας- ιδιαίτερα κατά την κυριαρχία του Ιουστινιανού Α' (527-565) με τους γειτονικούς λαούς της ηπειρωτικής Ευρώπης και του Καυκάσου, δεν είναι άγνωστη στους μελετητές. Υπήρξαν, όμως, τα όρια των εμπορικών επαφών της Αυτοκρατορίας τόσο στενά;
Η απάντηση φαίνεται να είναι αρνητική καθώς, σύμφωνα με τη δημοσίευση της καθηγήτριας Ιστορίας του Πανεπιστημίου του Cambridge, Δρ. Caitlin Green, που κοινοποιήθηκε στις 21 Μαρτίου 2017 στην προσωπική της ιστοσελίδα (παραπεμπτικός σύνδεσμος στο τέλος), βυζαντινά εμπορεύματα εντοπίζονται στα "άκρα του Παλιού Κόσμου".
Στη δημοσίευση παρουσιάζονται τέχνεργα όπως αγγεία, πιάτα, κοσμήματα, νομίσματα, μεταλλοτεχνίες, και άλλα μοναδικά αντικείμενα (π.χ. ένα θυμιατήρι, ένα λυχνάρι και μια μαξιλαροθήκη), τα οποία κατασκευάστηκαν κατά τη διάρκεια του 5ου -7ου αιώνα εντός των εδαφών της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας αλλά βρέθηκαν σε απόμακρες περιοχές, όπως οι Βρετανικές Νήσοι και η Ιρλανδία, η Κίνα, η Ιαπωνία, η Κορέα, η Σρι Λάνκα, η Ινδία, η Εσθονία, η Σουηδία, οι Μαλδίβες, η Τανζανία, η Μπουρκίνα Φάσο, το Μάλι, κ. ά.. Αξίζει να αναφερθεί ότι ορισμένα από τα ευρήματα φέρουν επιγραφές στα ελληνικά.
Πέραν των υλικών, ενδιαφέρον παρουσιάζουν και ανθρώπινα σκελετικά κατάλοιπα, όπως οι ταφές Βυζαντινών Βορειοαφρικανών στη Δυτική Βρετανία και την Ιρλανδία, και τα οστά μιας γυναίκας στην ιταλική Αυτοκρατορική κτήση του Βανιάρι, που χρονολογούνται γύρω στον 1ο- 2ο αιώνα μ. Χ., και των οποίων η ανάλυση DNA υποδεικνύει ότι η εν λόγω γυναίκα πιθανόν να καταγόταν από την Ιαπωνία.
Παρ' όλη την ανυπαρξία περαιτέρω βιβλιογραφίας για την υποστήριξη αυτών των θέσεων, η Δρ. Green τεκμηριώνει επαρκώς τα επιχειρήματά της, παραθέτοντας φωτογραφίες ευρημάτων και κάνοντας αναφορές σε ελληνιστικές, ρωμαϊκές, βυζαντινές και ξένες πρωτογενείς πηγές, μέσω των οποίων επιβεβαιώνεται η γνωριμία και η επαφή της Αυτοκρατορίας με περιοχές της Άπω Ανατολής, της Αφρικής, και τις Βρετανικές Νήσους. Παράλληλα, δε διστάζει να φανερώσει κάποια επιφυλακτικότητα σε ορισμένες αμφίβολες πηγές, γεγονός που αποδίδει στη δημοσίευση μια αμερόληπτη αντικειμενικότητα.
Η δημοσίευση (εφόσον μπορεί να κριθεί έγκυρη) αξίζει να μελετηθεί σχολαστικά στην πλήρη, αυθεντική της μορφή, καθώς αυτό το άρθρο δεν πρόκειται να εμβαθύνει σε λεπτομέρειες. Στόχος του άρθρου είναι κυρίως η σκιαγράφηση των προβληματισμών που δημιουργούν αυτές οι ανακαλύψεις σχετικά με την εικόνα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Η πρώτη διαπίστωση που μπορεί να σημειωθεί σχετίζεται με την ύπαρξη ενός αρκετά εκτενούς εμπορικού δικτύου. Φυσικά, πολλά από τα εμπορεύματα ενδέχεται να κατέληξαν σε μακρινά εδάφη εμμέσως, μέσω ξένων εμπόρων και καραβανιών (ιδιαίτερα στις περιπτώσεις των ευρημάτων στην Αφρική και στο Βορρά). Ωστόσο, σύμφωνα με τη δημοσίευση, ευρήματα και μαρτυρίες φαίνονται να αποδεικνύουν άμεσες επαφές Βυζαντινών εμπόρων με μακρινούς πολιτισμούς. Ενδεικτικά, τα Στενά του Γιβραλτάρ υπολογίζεται πως ήταν οι πύλες που οδηγούσαν τα βυζαντινά πλοία στον Ατλαντικό Ωκεανό (συνεπώς, στις Βρετανικές Νήσους), ενώ ο Δρόμος του Μεταξιού βρισκόταν ακόμα σε λειτουργία, όπως και ορισμένες όχι τόσο γνωστές θαλάσσιες οδοί που ένωναν την Άπω Ανατολή με την Ευρώπη. Αυτά τα στοιχεία αποδίδουν μια εικόνα σχετικά ευέλικτης και αποτελεσματικής ταξιδιωτικής ικανότητας από μέρους της Αυτοκρατορίας.
Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζουν, επίσης, οι Ασιατικές περιπτώσεις. Συγκεκριμένα, σε βασιλικούς τάφους στην Κορέα, βρέθηκαν ως κτερίσματα γυάλινα βυζαντινά αγγεία, αυθεντικά, αλλά και αντίγραφα, ενώ στην Ιαπωνία, στο αυτοκρατορικό θησαυροφυλάκιο Shousouin στην πόλη Νάρα βρίσκεται αποθηκευμένος ένας αριθμός βυζαντινών αντικειμένων. Το ότι αντικείμενα από την Αυτοκρατορία έχαιραν τέτοιας μεταχείρισης, φανερώνει ότι για τους ασιατικούς αυτούς λαούς (οι οποίοι είχαν πολιτισμούς όχι λιγότερο ανεπτυγμένους και πλούσιους από τον βυζαντινό), πιθανόν αποτελούσαν αντικείμενα κύρους. Παράλληλα, η ύπαρξη αντιγράφων βυζαντινών τεχνέργων δηλώνει, μπορούμε να υποθέσουμε, κάποιο θαυμασμό και κάποια ευαρέσκεια προς την αυτοκρατορική τεχνοτροπία.
Με αρχή τη δημοσίευση της Δρ. Green, ο μελλοντικός μελετητής έχει την ευκαιρία να εμβαθύνει σε ήδη πολυσυζητημένες πτυχές της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, όπως το εμπόριο και η πολιτισμική εξάπλωση, από μια καινούρια οπτική γωνία. Η Αυτοκρατορία διαφαίνεται όχι μόνο ως αναμφίβολη εμπορική δύναμη, αλλά και ως φορέας ενός αξιοθαύμαστου πολιτισμού, τα υλικά κατάλοιπα του οποίου κατάφεραν να αφήσουν ανεξίτηλη εντύπωση σε μακρινούς λαούς. Βεβαίως, η επιφυλακτικότητα συνιστάται στην έρευνα. Ωστόσο, είναι ασφαλές να θεωρηθεί ότι η λάμψη της Αυτοκρατορίας ακτινοβολούσε σε μέρη που βρίσκονταν μακρυά, “πολύ μακρυά από την πατρίδα”.
Το αυθεντικό άρθρο: http://www.caitlingreen.org/2017/03/a-very-long-way-from-home.html Σχετικά με τη συγγραφέα: http://www.caitlingreen.org/p/about.html
Comentarios