Με αφορμή το ευρωπαϊκό πρόγραμμα NEARCH, το οποίο πραγματοποιήθηκε μεταξύ των ετών 2013-2018 και στόχευε στη μελέτη των διαφορετικών διαστάσεων της συμμετοχής του κοινού στην αρχαιολογία σήμερα και στην πρόταση νέων τρόπων εργασίας και συνεργασίας σε ένα επάγγελμα που έχει επηρεαστεί από την τρέχουσα οικονομική κρίση, δημιουργήθηκε το ερωτηματολόγιο με τίτλο: «Η άποψη των νέων της Κύπρου για την Αρχαιολογία και τη διαχείριση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς».
Το πρόγραμμα ΝΕΑRCH, αποτελούσε ένα δίκτυο συνεργασίας ευρωπαϊκής εμβέλειας και αποσκοπούσε στη δημιουργία μιας ευρείας εικόνας για το πώς προσλαμβάνουν οι Ευρωπαίοι πολίτες την αρχαιολογία, πώς την κατανοούν και πώς αξιοποιούν την κληρονομιά και τη γνώση του παρελθόντος.
Λαμβάνοντας υπόψη την έρευνα του προγράμματος, αναλογιζόμενη τα ερωτήματα και τους στόχους που τέθηκαν για την υλοποίηση του, καθώς επίσης και το γεγονός ότι η Κύπρος δεν έλαβε μέρος στο συγκεκριμένο πρόγραμμα, ετοιμάστηκε το ερωτηματολόγιο «Η άποψη των νέων της Κύπρου για την Αρχαιολογία και τη διαχείριση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς». Στόχος αυτού του ερωτηματολογίου, είναι να διερευνήσει το πώς προσλαμβάνουν, κατανοούν και αξιοποιούν την αρχαιολογική και πολιτιστική τους κληρονομιά οι Κύπριοι πολίτες και πιο συγκεκριμένα οι νέοι, προσδιορίζοντας το ηλικιακό όριο από 18 μέχρι 28 χρονών.
Συμπληρώθηκαν περισσότερα από 140 ερωτηματολόγια, από νέους διαφόρων κλάδων και ειδικοτήτων, όπως Θετικών και Εφαρμοσμένων Επιστημών, Κοινωνικών Επιστημών και Επιστημών της Αγωγής, Οικονομικών Επιστημών και Διοίκησης, Ιατρικής και Στρατιωτικής Σχολής και άλλων. Σημειώνεται ότι άτομα του κλάδου Ιστορίας & Αρχαιολογίας δεν έλαβαν μέρος στο ερωτηματολόγιο.
«Πολύτιμη», «ενδιαφέρουσα» και «σημαντική για την εθνική μας ταυτότητα», έτσι αντιλαμβάνονται την αρχαιολογία και την πολιτιστική μας κληρονομιά οι νέοι της Κύπρου. Ένα ψηλό ποσοστό των ερωτηθέντων (89,4%) αναγνωρίζουν την Αρχαιολογία ως επιστήμη, ως μία επιστήμη η οποία μελετά το παρελθόν. Η συντριπτική πλειονότητα υποστηρίζει ότι η αρχαιολογία μας βοηθά να κατανοήσουμε όχι μόνο το παρελθόν (99,3%), αλλά και το παρόν (85,8%). Περισσότεροι από τα τρία τέταρτα των νέων της Κύπρου (83%), πιστεύουν ότι τόσο η αρχαιολογία, όσο και η πολιτιστική μας κληρονομιά συμβάλλουν στην οικονομική ανάπτυξη του τόπου μας και αποτελούν σημαντικούς παράγοντες διατήρησης και ανάπτυξής του. Λιγότεροι από τους μισούς (34,8%), υποστηρίζουν ότι η προστασία και η διαφύλαξη της πολιτιστικής μας κληρονομιάς αποτελεί υποχρέωση του κράτους, ενώ το 59,6% αναγνωρίζει ότι αυτό αποτελεί ευθύνη όλων μας. Παράλληλα, γίνεται παραδεκτό (92,2%) ότι δεν δίνεται η δέουσα προσοχή εκ μέρους του κοινού για την ενημέρωσή του σε θέματα πολιτιστικής κληρονομιάς, ενώ ταυτόχρονα αντιλαμβάνονται (90,8%) ότι είναι απαραίτητες οι γνώσεις και η ενημέρωση τόσο για τη διατήρηση όσο και για τη διαφύλαξη της. Πολλοί ενημερώνονται κυρίως από ντοκιμαντέρ, τηλεόραση, ραδιόφωνο (83%), αρχαιολογικούς χώρους/εκθέσεις (71%) και λιγότεροι από τον Τύπο (29,8%), τα κοινωνικά δίκτυα και τις αρχαιολογικές δημοσιεύσεις (55,3%).
Οι περισσότεροι (71,6%) έχουν επισκεφθεί έναν αρχαιολογικό χώρο, τοπίο ή μνημείο, ελάχιστοι ωστόσο συμμετέχουν σε αρχαιολογικές δράσεις. Βέβαια, αρκετοί (68,8%) ήταν αυτοί που εκδήλωσαν την προτίμησή τους για την επίσκεψη σ΄ένα αρχαιολογικό χώρο, έναντι αυτών που προτιμούν την επίσκεψη σε ένα μουσείο ή σε μία έκθεση (52,5%). Αξιοσημείωτο αποτελεί το γεγονός, πως σχεδόν όλοι (91,5%), υποστηρίζουν την άποψη ότι η αρχαιολογία και η πολιτιστική κληρονομιά του τόπου μας πρέπει να διδάσκεται στα σχολεία. Οι Κύπριοι και οι Ελλαδίτες, περισσότερο από τους άλλους Ευρωπαίους, είναι πεπεισμένοι ότι η ανάπτυξη της αρχαιολογίας, καθώς και η διατήρηση των αρχαιολογικών καταλοίπων είναι σημαντικές στη χώρα μας (94,3%) για εθνικούς, οικονομικούς και εκπαιδευτικούς λόγους. Γίνεται αντιληπτό, εν μέρη (66,7%), ότι με το πέρασμα των χρόνων η πολιτιστική μας κληρονομιά αφανίζεται και κρίνεται αναγκαία (97,2%) η διαφύλαξή της για τις επόμενες γενιές. Οι περισσότεροι (88,7%) απαντούν ότι η αρχαιολογία μας βοηθά να κατανοήσουμε την πολιτική δομή της κοινωνίας μας, καθώς και ότι η πολιτιστική μας κληρονομιά αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της εθνικής μας ταυτότητας (91,5%).
Όσον αφορά την επισκεψιμότητα των μουσείων στην Κύπρο, το 71,6% των ερωτηθέντων, δήλωσε ότι επισκέπτεται κάποιο μουσείο στον ελεύθερό του χρόνο, τουλάχιστον μια φορά μέσα στο έτος. Ενώ, υπήρξε κι ένα μικρό ποσοστό (27%) που δήλωσε ότι επισκέπτεται μουσεία ή εκθέσεις περισσότερες από τρεις φορές το χρόνο. Στο ερώτημα, βέβαια, εάν θα ήθελε κάποιος να επισκεφθεί κάποιο μουσείο είτε για πρώτη φορά είτε για περισσότερες, η ανταπόκριση που υπήρξε ήταν θετική για ποσοστό πέραν του 86%. Αξίζει να σημειωθεί ότι, το 68,8% που δήλωσε ότι θα ήθελε να επισκεφθεί κάποιο μουσείο ή αρχαιολογικό χώρο, επέλεξε να πραγματοποιήσει την επίσκεψη με ένα φίλο/η του που είναι γνώστης. Ακολουθεί μετά το 49,6% που προτιμά να πάει ως μέλος μιας οργανωμένης ομάδας με ξεναγό. Επιπλέον, στο ερώτημα τι αναμένει κανείς από την αρχαιολογία, ποσοστό 57,4% αποκρίθηκε θετικά στην επιλογή για απόκτηση γνώσεων μέσω επισκέψεων σε αρχαιολογικούς χώρους και μουσεία.
Η αρχαιολογική κληρονομιά για τους Κύπριους κρίνεται σημαντική, αλλά για να έχει πραγματική κοινωνική αξία, πρέπει να γίνει προσιτή στο κοινό. Λίγοι είναι αυτοί (29%) που υποστηρίζουν ότι η επικοινωνία με κάποιο αρχαιολόγο αλλά και γενικότερα η συναναστροφή με το επάγγελμά του, θα φανεί χρήσιμη για την ενημέρωσή τους σε θέματα αρχαιολογικής κληρονομιάς.
Αξίζει, κατά τη γνώμη μου, να κάνουμε αναφορά σε αυτό που τονίζει ο κ. Κώστας Κωστάκης, ομότιμος καθηγητής Ιστορίας & Αρχαιολογίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστήμιου Θεσσαλονίκης – ο οποίος ανέλαβε την έρευνα σε πανελλαδικό επίπεδο μαζί με τους συνεργάτες του– και αναφέρει ότι «… η αντίληψη που έχουμε για τον ρόλο του παρελθόντος πολλές φορές είναι μονολιθική. Δηλαδή αυτό που μεταφέρεται από την παιδεία μας για τη σχέση μας με το αρχαίο είναι μια έννοια σχετικά απόλυτη. Αυτό δεν συμβαίνει μόνο στην χώρα μας. Σε όλες τις χώρες του κόσμου, η εκπαίδευση προσπαθεί να αφηγηθεί την Ιστορία χωρίς πολλές αποχρώσεις. Η αρχαιολογία όμως όταν επικοινωνεί με το κοινό πρέπει να βρει τρόπους, να δίνει τη φωνή και να προβάλλει τις αποχρώσεις που δεν υπάρχουν στον εγκύκλιο λόγο, να είναι περισσότερο κριτική, αυτοκριτική και να αμφισβητεί τις στερεοτύπες απόψεις που έχουμε για το παρελθόν».
Συμπερασματικά, εκφράζω την αισιοδοξία μου με τη θετική στάση που έχουν οι νέοι της Κύπρου για την Αρχαιολογία και την πολιτιστική μας κληρονομιά. Είναι ενθαρρυντικό το γεγονός ότι, θέλουν να ενημερώνονται για τέτοιου είδους θέματα και αναγνωρίζουν ότι αποτελεί όχι μόνο ευθύνη του κράτους αλλά και όλων μας. Κλείνοντας, θα ήθελα να προτείνω τη διεξαγωγή της έρευνας σε παγκύπρια κλίμακα, στοχεύοντας σε πιο έγκυρα αποτελέσματα. Με αυτό τον τρόπο, θα γίνουμε μέτοχοι της κοινής γνώμης για το θέμα που μας απασχολεί, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις ώστε η αρχαιολογία να γίνει πιο προσιτή στο ευρύ κοινό και να εξευρεθούν πιο σύγχρονοι τρόποι διαχείρισης της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
Σαββίνα Χατζηπαντελή
Απόφοιτος ΙΣΑ
Comments