Η στροφή από το 19ο αιώνα στον 20ο, χαρακτηρίστηκε στην ιστορία των ιδεών, από τη μετακένωση των ιδεών του Φρίντριχ Νίτσε στους κύκλους των διανοουμένων της Ελλάδας (Βουτουρής 2017). Πράγματι, μέσα στο ιστορικό περικείμενο της εποχής, ήτοι, τον Ατυχή Πόλεμο του 1897, η Ελλάδα ταπεινώθηκε από τα οθωμανικά στρατεύματα και της επιβλήθηκαν οικονομικοί περιορισμοί από τη Διεθνή Επιτροπή Ελέγχου. Στο πλαίσιο αυτό, η ελληνική διανόηση σε μία πράξη αντενέργειας προς το βόρβορο κλίμα που επικράτησε μετά τον πόλεμο, μεθερμήνευσε τις έννοιες του Φ. Νίτσε. Σκοπός της ήταν η ανόρθωση του «ξεπεσμένου» Έθνους και του «ξεκαθαρίσματος» της «γενικής σαπίλας» της κοινωνίας, όπως γράφει ένας από τους επιφανέστερους διανοούμενους της εποχής, ο Γεώργιος Σκληρός.
Στο ευρύτερο φάσμα της ιστορίας των ιδεών, οι μεταφράσεις των έργων του Γερμανού φιλοσόφου, κυρίως στα Γαλλικά, διετέλεσαν τον κύριο αγωγό του νιτσεϊσμού στην Ελλάδα. Σίγουρα, αυτή η ανάγκη για μετάφραση των κειμένων του Φ. Νίτσε, υπήρξε μετά από ένα αρκετά ισχυρό ερέθισμα. Επεξηγώντας, η ήττα της Γαλλίας το 1871 από τα πρωσικά στρατεύματα, και ταυτόχρονα η ταπεινωτική -για τη Γαλλία- κήρυξη της ένωσης των γερμανικών κρατιδίων στο πολιτικό μόρφωμα της Γερμανικής Αυτοκρατορίας με επικεφαλής τον Πρώσο Όττο βον Μπίσμαρκ, μέσα στο παλάτι των Βερσαλλιών τον ίδιο χρόνο (Lindemann 2014: 162-163), υπήρξε καθοριστική για την ευόδωση των νιτσεϊκών ανορθωτικών εννοιών στους κύκλους των διανοουμένων (Βουτουρής 2017: 61). Η Γαλλία, επομένως, ως η «πνευματική πατρίδα» της Ελλάδας (Βουτουρής 2006: 31-32), διαδραμάτισε καίριο ρόλο στην εγκόλπωση των νιτσεϊκών εννοιών. Συναφώς, τα αφοριστικά κείμενα του Φ. Νίτσε μεταφρασμένα στα γαλλικά, γέμισαν τις βιβλιοθήκες των διανοουμένων και προπαρασκεύασαν τις ιδεολογικές ζυμώσεις που συντελέστηκαν στην αρχή του 20ου αιώνα.
Όπως προαναφέρθηκε, το κωμικοτραγικό φιάσκο της ελληνικής επιχείρησης στις παραμεθόριες περιοχές του βραχύβιου ακόμα ελληνικού κράτους, με αντίπαλο την Οθωμανική Αυτοκρατορία, αποκάλυψε την αδυναμία της πολιτικής ηγεσίας να ανταπεξέλθει σε έναν πόλεμο με τους κύριους αντιπάλους της, ενώ παράλληλα, φανέρωσε την εικόνα ενός ταπεινωμένου έθνους. Επιπροσθέτως, το κράτος φάνηκε απρόθυμο να ασκήσει κριτική στον εαυτό του, και ταυτοχρόνως, ανεδείχθη η αμετροέπεια στην άσκηση ώριμης εξωτερικής πολιτικής η οποία ασκείτο στο «πεζοδρόμιο» από το πλήθος και επηρέαζε τις πολιτικές αποφάσεις (Παπαδάκης 2018: 92). Έτσι, η ταπεινωτική ήττα του ελληνοτουρκικού πολέμου το 1897, οδήγησε πολιτικούς, λογοτέχνες, και γενικότερα διανοούμενους, προς την αναζήτηση ανορθωτικών εννοιών που θα κινούσαν το Έθνος προς μία συνεχιζόμενη ανοδική πορεία προς την ολοκλήρωσή του και που να προάγουν τη βέλτιστη μορφή της Φυλής.
Πράγματι, είναι στη σημαίνουσα για το Έθνος περίοδο, δηλαδή, της σαρωτικής ήττας του 1897 και της τραγωδίας στην προκυμαία της Σμύρνης το 1922, στην οποία παρεισφρέουν επί ελληνικού εδάφους ιδέες όπως: ο μαρξισμός, ο κοινωνικός δαρβινισμός, η ηρωολατρία, ο πατριωτισμός, η νιτσεϊκή φιλοσοφία, και εν τέλει οι φυλετικές θεωρίες του Γκομπινώ (Βουτουρής 2017: 27). Δεν θα ήταν δυνατόν, στο παρόν άρθρο, να αναλυθεί εκτενώς η ερμηνεία των ανωτέρω θεωριών λόγω της περιορισμένης έκτασης που καλείται να εξαντλήσει.
Ωστόσο θα επιχειρηθεί μερική ανάλυση, περιορισμένη στη φιλοσοφική οντολογία του νιτσεϊσμού, ενώ ταυτόχρονα, θα δοθούν σημαντικές λεπτομέρειες που άπτονται των ερμηνειών που δέχτηκε ο νιτσεϊσμός από έναν από τους «νατσιοναλιστές» της εποχής, τον Πέτρο Βλαστό. Πρέπει, επιπλέον, να γίνει κατανοητό πως η μικρή έκταση του πονήματος, δεν επιτρέπει αναλυτική ερμηνεία των φυλετικών θεωριών του Χιώτη στοχαστή, όμως ευελπιστεί να φέρει σε επαφή τον αναγνώστη με την κοσμοθεωρία του.
Η προτροπή του Ζαρατούστρα που καλούσε την ανθρωπότητα να γίνει σκληρή (Νίτσε 1998: 209), ήταν αυτή που ενέπνευσε την αφομοίωση των ιδεών της σκληρότητας από τους κύκλους των διανοουμένων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της ευόδωσης των εννοιών αυτών, σε μία βίαιη και μισάνθρωπη ιδεολογία, είναι αυτή του Πέτρου Βλαστού. Η οντολογική εξήγηση του κόσμου από τον Π. Βλαστό, αντλείτο στη διακήρυξη μίας νέας αντίληψης η οποία συνοψιζόταν στο εξής δόγμα του Φ. Νίτσε: η ανιούσα ζωή απαιτεί τον παραμερισμό της εκφυλισμένης ζωής, επομένως, το «παράσιτο της κοινωνίας», είναι άπρεπο να συνεχίσει να ζει. (Νίτσε 2000: 36). Ο Π. Βλαστός, ο οποίος εισήγαγε πρώτος στην Ελλάδα τη θεωρία του φυλετικού ντετερμινισμού, εξηγεί στο κείμενο του, Η Φυλή (Βλαστός 1912), πως, ο εκφυλισμένος όχλος, ο «μέσος» και ο «κατώτερος», είναι που θα κυριαρχήσει των ισχυρών. Όταν, λέγει ο Π. Βλαστός, οι κοινωνίες απομακρύνονται από τις πρωτόγονες μορφές τους, δηλαδή, απομακρύνονται από το φυσικό νόμο ο οποίος διέπει και τις σχέσεις στο ζωικό βασίλειο, τότε αυτές γίνονται ανίσχυρες και ανήθικες (Βλαστός 1912: 142).
Στο ίδιο πνεύμα, ο Π. Βλαστός, εξαπολύει δριμείες κατηγορίες προς το «δασκαλισμό», ενώ παράλληλα, ζητά από τους δασκάλους να «μορφώσουνε μυαλά», να «πλάσουν ανθρώπους, φυλή» και ταυτοχρόνως να αποτελέσουν καλλιεργητές των «φύτρων» της φυλής. (Βλαστός 1912: 90-91). Επιπλέον, ασκεί κριτική στην καθαρεύουσα αφού με τη χρήση της, το Έθνος και η Φυλή θα παραμείνουν εις το διηνεκές «σκουριασμένα» και «σάπια». Δηλαδή, όπως υποστηρίζει ο Π. Βλαστός (και ο Κωστής Παλαμάς), ο δασκαλισμός, ο οποίος εμμένει σε νεκρά ιδεολογικά προϊόντα, όπως η αρχαιοπληξία και ο βυζαντινισμός, διαιωνίζει τη «σαπισμένη» φυλή.
Συνεχίζοντας, ο Π. Βλαστός, προτείνει μια βίαιη και σκληρή λύση για να καθαρίσει τη φυλή από εκείνα τα στοιχεία που την έκαναν «σάπια». Γράφει ο ίδιος: «[…] Για να σωθούν οι αψηλές φυλ0ετικές αξίες χρειάζεται ένας Σύλλας παντοκράτορας, Ένας Σύλλας που θα ξαφάνιζε ολάκερα έθνη. […] Αυτός θα είναι ίσως η επιστήμη […]» (Βλαστός 1912: 148-149). Διαφαίνεται επομένως στην κοσμοθεωρία του Π. Βλαστού, η αναγκαιότητα για την ύπαρξη ενός επιστημονικού Καιάδα ώστε να ορθοποδήσει η ελληνική φυλή. Η νέα πολιτική του Καιάδα, θα είχε σκοπό να εξυγιάνει τη φυλετική καθαρότητα από το «ανακάτεμα» που υπήρξε από τη «μούχλα της σάπιας Ασίας».
Μία επιπλέον πτυχή της πολυσχιδούς του δράσης, είναι η άσκηση έντονης κριτική στο δημοκρατικό πολίτευμα. Το κατονομάζει ως «δημοκρατικό κατακάθισμα» που «μόλεψε την Ελλάδα και σάπισε τη Ρώμη […] και που σιγά σιγά τώρα κουφαλιάζει τον ευρωπαϊκό πολιτισμό». Είναι πράγματι, η περίοδος που υπάρχει έντονη αμφισβήτηση προς την αστική φιλελεύθερη δημοκρατία, αφού και άλλοι επιφανείς διανοούμενοι, ασκούν κριτική στο πολιτικό καθεστώς της χώρας. Μεταξύ αυτών: Ίων Δραγούμης, Γεώργιος Σκληρός, Νίκος Καζαντζάκης, Κωστής Παλαμάς κ.α. Γενικότερα, η προσπάθεια των προαναφερθέντων, και βεβαίως, του Πέτρου Βλαστού, αφορμάται από την πολιτική και ηθική παρακμή που αποκόμισε ο ελληνικός χώρος από την έκβαση του Ατυχούς Πολέμου.
Σήμερα, είναι πραγματικότητα πώς η κοσμοθεωρία του Π. Βλαστού, θα προκαλεί ίσως αποτροπιασμό στη σκέψη κάποιου «μετριοπαθή» αναγνώστη. Όμως, στην επιστήμη της ιστορία των ιδεών, πρέπει αφενός, να εντάσσεται το ιστορικό πλαίσιο που περιβάλλει τις ιδέες, και αφετέρου, να μην δομείται επιχειρηματολογία πάνω στη ψευδαίσθηση ότι υπάρχει ένας δογματικός και αμετάβλητος τρόπος ερμηνείας των εν λόγω ρευστών ιδεολογικών φαινομένων.
Η πιο πάνω θέση, ισχύει για κάθε φιλοσοφική έννοια που είναι ταυτισμένη με απεχθή πολιτικά και θεωρητικά συστήματα, όπως ο «φασισμός», ο «εθνικοσοσιαλισμός» και ο «φυλετισμός». Συναφώς, πώς μπορεί να ερμηνεύσει κανείς ότι στα κείμενα του πρώτου συγκροτημένου μαρξιστή στον ελληνικό χώρο, Γεώργιου Σκληρού, υπάρχουν επιθετικές νεοδαρβινικές και φυλετικές θεωρίες;
Εν κατακλείδι, η δουλειά του ιστορικού των ιδεών, δεν είναι να κρίνει αν ένας στοχαστής ήταν ρατσιστής, αλλά να τον εντάξει μέσα στο ιστορικό περικείμενο που ερέθισε το έρμα του, και ταυτοχρόνως να αναλύσει και να ερμηνεύσει πώς εγκολπώνεται φιλοσοφικά συστήματα που θα εξηγούνται από τα συμφραζόμενα της εποχής.
Ονοματεπώνυμο: Ανδρέας Καρύδης
Τμήμα: Ιστορίας και Αρχαιολογίας
Κατεύθυνση: Ιστορία
Έτος: 4ο
Βιβλιογραφία
· Albert S. Lindemann (2014), Ιστορία της Νεότερης Ευρώπης, Από το 1815 μέχρι σήμερα, μτφρ. Γιώργος Χρηστίδης, επιμ. Ιάκωβος Δ. Μιχαηλίδης, Αθήνα: Εκδόσεις Κριτική.
· Φρίντριχ Νίτσε (1998), Έτσι μιλούσε ο Ζαρατούστρα, μτφρ. Ζήσης Σαρίκας, Αθήνα: Πανόπτικον.
· Φρίντριχ Νίτσε (2000), Το Λυκόφως των Ειδώλων, μτφρ. Ζήσης Σαρίκας, Αθήνα: Πανόπτικον.
· Νικόλαος Εμμ. Παπαδάκης (Παπαδής) (2018), Ελευθέριος Βενιζέλος, Ο Άνθρωπος, Ο Ηγέτης, Βιογραφία, τόμ. Α’, Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών και Μελετών «Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος» Χανιά, Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της ΕΣΤΙΑΣ.
· Παντελής Βουτουρής (2006), Αγαπημένε μου Ζαρατούστρα, Παλαμάς – Νίτσε, Αθήνα: Εκδόσεις Καστανιώτη.
· Παντελής Βουτουρής (2017), Ιδέες της Σκληρότητας και της Καλοσύνης, Εθνικισμός, Σοσιαλισμός, Ρατσισμός, (1897-1922), Αθήνα: Εκδόσεις Καστανιώτη.
· Πέτρος Βλαστός (1912), Κριτικά Ταξίδια, Αθήνα: Τυπογραφείο Εστία.
Comentários