Η λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου το 1945 σηματοδοτεί την έναρξη του Ψυχρού Πολέμου. Ειδικά τα πρώτα χρόνια ήταν ένας πόλεμος ιδεολογίας˙ κομμουνισμός έναντι φιλελεύθερης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας, Σοβιετική Ένωση έναντι των ΗΠΑ. Σ’ αυτό το πλαίσιο σημαντικό ρόλο έπαιξαν οι διανοούμενοι και από τα δύο στρατόπεδα. Σημαντικές μορφές, όπως οι Άρθουρ Καίστλερ, Τζεόρτζ Όργουελ, Χάννα Άρεντ, Άλμπερτ Καμύ, Έρνεστ Χέμινγουεϊ, Μπέρτραντ Ράσελ, Ηλία Έρενμπουργκ, Ζαν Μποσέρτ. Ένα από τα έργα που καθόρισε την πολιτισμική πορεία του Ψυχρού Πολέμου ήταν Το Μηδέν και το Άπειρο του Άρθουρ Καίστλερ, κυρίως με την έμφαση που έδινε στις Δίκες της Μόσχας. Απώτερος σκοπός του έργου αυτού ήταν να επικρίνει τις πράξεις του Στάλιν και ευρύτερα τον σταλινισμό.
Ο Άρθουρ Καίστλερ, σημαντικός διανοούμενος του 20ου αιώνα ήταν συγγραφέας και δημοσιογράφος ουγγρικής καταγωγής με εβραϊκές καταβολές. Γεννήθηκε το 1905 στη Βουδαπέστη, ενώ το 1932 εντάχθηκε στο κομμουνιστικό κόμμα της Γερμανίας γιατί το θεωρούσε ως τη μόνη εναλλακτική λύση έναντι του ναζισμού. Αφού είδε κάποιες εκφάνσεις του κομμουνισμού αρχικά το 1932-33 ως πολιτικός ανταποκριτής για μία γερμανική εφημερίδα στη Ρωσία και αργότερα, το 1936-38, επειδή δούλευε για μια αγγλική εφημερίδα και χρειαζόταν πληροφορίες για την έκταση της γερμανικής και ιταλικής υποστήριξης των Δυνάμεων του Φράνκο στον Ισπανικό Εμφύλιο˙ το 1938 αποχώρησε από το κομμουνιστικό κόμμα όντας βέβαια και επηρεασμένος από την σταλινική Μεγάλη Εκκαθάριση που λάμβανε χώρα εκείνο το διάστημα στη Σοβιετική Ένωση. Την ίδια κιόλας χρονιά ξεκίνησε τη συγγραφή του βιβλίου Το μηδέν και το άπειρο, το οποίο στη συνέχεια θα αφιέρωνε σε κάποιους ανθρώπους που γνώρισε κατά την επίσκεψή του στη Ρωσία το 1932-33 και είχαν πέσει θύματα της Μεγάλης Εκκαθάρισης. (Litwack 2018: 112-113, Barry 2016: 469)
Το μηδέν και το άπειρο, είναι ένα λογοτεχνικό βιβλίο που παρουσιάζει μία δίκη, η οποία λαμβάνει χώρα στην Ρωσία του Μεσοπολέμου. Το βιβλίο άρχισε να γράφεται τον Οκτώβριο του 1938 στο Παρίσι, ενώ εκδόθηκε το 1940 στην Αγγλία. Αρχικά είχε γραφτεί στη γερμανική γλώσσα και στη συνέχεια λόγω της μεγάλης διάδοσης που γνώρισε μεταφράστηκε σε περισσότερες από 30 γλώσσες. Είναι αναντίρρητα ένα βιβλίο το οποίο επηρέασε την πορεία της πολιτικής σκέψης ως σημείο κλειδί για τον αντισταλινισμό και τον αντιολοκληρωτισμό. (Litwack 2018: 112)
Στόχος του βιβλίου είναι να παρουσιάσει με μυθιστορικό τρόπο τις δίκες που γίνονταν υπό το σταλινικό καθεστώς έναντι όλων όσων θεωρούνταν ύποπτοι για τρομοκρατική ενέργεια ή και αμφισβήτηση του σταλινικού καθεστώτος. Συγκεκριμένα, περιγράφει τη δίκη του φανταστικού ήρωα Ρουμπάσωφ, ο οποίος ήταν παλαιός μπολσεβίκος και παρουσιάζεται καθ’ όλη σχεδόν τη διάρκεια της αφήγησης του βιβλίου να είναι κλεισμένος σε ένα κελί και να είναι το επίκεντρο όλων των εγκιβωτισμένων ιστοριών με τις οποίες κάνει αναδρομές στο παρελθόν. (Beum 1962: 87, Καίστλερ 1974 για όλη την αφήγηση του μυθιστορήματος). Αξίζει να σημειωθεί πως οι Δίκες της Μόσχας ή αλλιώς Μεγάλη Εκκαθάριση είναι ένα από τα χαρακτηριστικά του σταλινικού κομμουνιστικού καθεστώτος και έγιναν κυρίως κατά την περίοδο 1936-1938. Συνολικά 8 εκατομμύρια άνθρωποι μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδα εργασίας από τους οποίους το ένα εκατομμύριο καταδικάστηκε σε θάνατο. Κατηγορήθηκαν πολλοί παλαιοί μπολσεβίκοι, μέλη του κομμουνιστικού κόμματος αλλά και αρχηγοί στρατού. Κάποιες σημαντικές ιστορικές προσωπικότητες που εκτελέστηκαν τότε ήταν ο Ζινόβιεφ, ο Κάμενεφ αλλά και ο Μπουχάριν. (Joll 2006: 481)
Είναι σημαντικό να αναφερθεί, πως δεν μπορούσε να αποδειχθεί η ενοχή και η καταδίκη κανενός χωρίς να υπάρχει η ομολογία του. Παρόλα αυτά, εν τέλει όλοι οι κατηγορούμενοι δήλωναν ενοχή και παραδέχονταν όλες τις κατηγορίες που στο τέλος τους οδηγούσαν στον τουφεκισμό. Ο λόγος είναι κυρίως λόγω των βασανιστηρίων που δέχονταν. Όπως χαρακτηριστικά τονίζεται στο Μηδέν και το Άπειρο κάποια βασανιστήρια που εκτυλίσσονταν κατά τις ανακρίσεις έτσι ώστε να υπογραφούν οι πλαστές ομολογίες εκ μέρους των κατηγορουμένων ήταν η έλλειψη ύπνου και η παρατεταμένη στάση σε μια άβολη θέση. Παρ’ όλο που δεν βασανίζονταν σωματικά, η ψυχολογική διαδικασία που ακολουθείτο είχε ως συνέπεια να καταρρεύσουν ηθικά οι κατηγορούμενοι και να ομολογήσουν για ό,τι τους κατηγορούσαν. Επιπρόσθετα, τους απειλούσαν πως θα συλλάμβαναν ή θα εκτελούσαν μέλη της οικογένειάς τους ή επίσης υπόσχονταν πως θα τους φυλάκιζαν απλά για κάποια χρόνια˙ κάτι που βέβαια δεν τηρήθηκε ποτέ. Συμπερασματικά, βλέπουμε πως ο λόγος παραδοχής στις συγκεκριμένες περιπτώσεις ήταν η ψυχολογική και ηθική κούραση και όχι επειδή τελικά πίστευαν πως το κράτος ή το κόμμα είχε δίκαιο. (Taylor 2016: 32-34, Schaefer 1985: 320.)
Όπως αναφέρθηκε ήδη η Μεγάλη Εκκαθάριση και κατά συνέπεια οι Δίκες της Μόσχας ήταν ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά του σταλινικού καθεστώτος. Ο Άρθουρ Καίστλερ, όταν το 1932 εντάχθηκε στο κομμουνιστικό κόμμα της Γερμανίας μιας και το θεωρούσε εναλλακτική λύση έναντι του ναζισμού, σίγουρα δεν πίστευε ότι τα γεγονότα θα έπαιρναν μια τέτοια τροπή. Αρχικά είδε κάποιες εκφάνσεις του κομμουνισμού κατά την πρώτη του επίσκεψη στην ΕΣΣΔ το 1932-33 και συγκεκριμένα τον τεχνητό λιμό της Ουκρανίας κατά τον οποίο εκατομμύρια άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στον βωμό της αγροτικής μεταρρύθμισης και έπειτα λαμβάνοντας μέρος στον Ισπανικό Εμφύλιο. Επιπρόσθετα, επηρεασμένος από το απάνθρωπο θέαμα των μαζικών εκκαθαρίσεων, το 1938 αποφασίζει να αποχωρήσει από το κόμμα. Αξίζει να σημειωθεί, πως η τελική του απομάκρυνση από το κόμμα έγινε το 1939 μετά την υπογραφή του ναζιστικο-σοβιετικού συμφώνου Ρίμπεντροπ- Μολότωφ, το οποίο ήταν ένα σύμφωνο μη επίθεσης της ΕΣΣΔ έναντι της Γερμανίας και αντίστροφα. Ένας από τους μεγαλύτερους πλέον αντικομμουνιστές αποφασίζει το 1938 να γράψει το βιβλίο του Το μηδέν και το άπειρο εις μνήμην κάποιων ατόμων που γνώρισε κατά την επίσκεψή του στην ΕΣΣΔ και είχαν πέσει θύματα αυτών των φρικτών εκτελέσεων. (Litwack 2018: 112-113)
Επίσης, με αυτό το βιβλίο αποσκοπούσε να αποκαλύψει στο ευρύ κοινό τι συνέβαινε μέσα στην ΕΣΣΔ μιας και την συγκεκριμένη χρονική περίοδο αυτές οι βιαιότητες δεν γίνονταν γνωστές προς τα έξω. Ο ίδιος ο συγγραφέας ως πρώην κομμουνιστής καταδικάζει όλο το κομμουνιστικό καθεστώς και μέσω του βιβλίου αυτού επικρίνει τον Στάλιν, τις δίκες της Μόσχας και ευρύτερα τον σταλινισμό. Το 1940 όταν εκδόθηκε το βιβλίο, ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος είχε ήδη ξεκινήσει. Ο Στάλιν στα αμέσως επόμενα χρόνια αλλά και ο κομμουνισμός γενικά ήταν στην ύψιστη θέση μιας και ο Χίτλερ είχε αρχίσει να ηττάται κυρίως από τον ηρωισμό του Κόκκινου Στρατού και έτσι ο κομμουνισμός θεωρητικά ήταν ένα από τα προτιμότερα καθεστώτα σε μια περίοδο που όλη η Ευρώπη και όχι μόνο προσπαθούσε να βγει απ’ τα συντρίμμια του αιματηρού πολέμου που είχε προκαλέσει ο ναζισμός. Με αυτόν τον τρόπο ο Στάλιν είχε νικήσει ηθικά και στρατιωτικά τον φασισμό και αυτό είχε ως συνέπεια το βιβλίο να προκαλέσει τεράστια έκπληξη στο ευρύ κοινό μιας και περιέγραφε κάτι άγνωστο και πρωτάκουστο για τα τότε δεδομένα. Πολιτικοί, διανοούμενοι και δημοσιογράφοι γνώριζαν τι γινόταν στην ΕΣΣΔ. Ίσως όχι με την ακρίβεια και τη γνώση που περιγράφει τα πράγματα ο Καίστλερ, αλλά γνώριζαν. Ο Καίστλερ λοιπόν ανέδειξε αυτήν την άγνωστη κυρίως μέχρι τότε εικόνα σε μαζικότερο επίπεδο. (για τη γενικότερη ευρωπαϊκή ιστορία βλ. Joll 2006)
Αξίζει επίσης να σημειωθεί πως η Μεγάλη αυτή Εκκαθάριση αποκαλύφθηκε μόλις δύο δεκαετίες αργότερα. Συγκεκριμένα στις 25 Φεβρουαρίου 1956, ο διάδοχος του Στάλιν, Νικήτα Χρουτσώφ, στο 20ο συνέδριο του ΚΚΣΕ εκφώνησε κεκλεισμένων των θυρών το μνημειώδη λόγο «Περί της προσωπολατρίας και των συνεπειών της». Ήταν ο πρώτος που μίλησε και καταδίκασε ανοικτά τον Στάλιν για τα εγκλήματα που διέπραξε κατά τη συγκεκριμένη φάση της διακυβέρνησής του. Με αυτήν την ενέργεια ο Χρουτσώφ έθεσε τέλος στην σκοτεινή αυτή περίοδο της ιστορίας του κομμουνισμού στην ΕΣΣΔ. (Μεντβέντιεφ 2004: 159-164) Επίσης, ακόμη και στην ΕΣΣΔ η περίοδος που ακολούθησε έμεινε γνωστή ως αποσταλινοποίηση. (Χατζηβασιλείου 2005: 152)
Συνοψίζοντας, ο Άρθουρ Καίστλερ, ένας από τους σημαντικότερους διανοούμενους του 20ου αιώνα, ξεκίνησε αρχικά ως κομμουνιστής στο αντίστοιχο κόμμα της Γερμανίας και εξελίχθηκε σε έναν από τους μεγαλύτερους αντικομμουνιστές και επικριτές του σταλινικού καθεστώτος. Σε έναν πόλεμο ιδεολογίας, οι διανοούμενοι και των δύο στρατοπέδων έπαιξαν σημαντικό ρόλο. Πρωτεργάτης στον ιδεολογικό πόλεμο έναντι της Σοβιετικής Ένωσης υπήρξε ο Άρθουρ Καίστλερ, ο οποίος με το έργο του, που χαρακτηρίστηκε από την έντονη κριτική στον κομμουνιστικό ολοκληρωτισμό, άνοιξε το δρόμο για την ιδεολογική και πρακτική αμφισβήτηση του σοβιετικού μοντέλου στα πρώτα κρίσιμα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου.
Λεόντε Πάουλα – Στεφανία
ΙΣΑ 4ο έτος
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Barry Jones (2016), Dictionary of World Biography, Australia.
Beum Robert (1962), ‘Epigraphs for Rubashov: Koestler's Darkness At Noon’, DR, v.42 pp.86-91.
Joll James (2006), Η Ευρώπη, 1870-1970, μτφρ. Ελπίδα Κ. Βόγλη, Θεσσαλονίκη.
Καίστλερ Άρθουρ, Το μηδέν και το άπειρο, μτφρ. Βασίλης Καζαντζής, Αθήνα 1974.
Litwack B. Erick (2018), ‘Darkness at Noon at Seventy-five: Reflections on Arthur Koestler’s Anti-stalinist Classic’, The Soviet and Post-Soviet Review, v.45 pp.109-128.
Schaefer D. Lewis (1985), ‘The Limits of Ideology: Koestler’s Darkness at Noon’, MA, pp.319-329.
Taylor F. Flagg (2016), ‘Arthur Koestler’s trail of darkness’, MAJ, pp. 29-40.
Comments