Τι είναι η Προφορική Ιστορία; Πώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τον ιστορικό -και όχι μόνο- ερευνητή; Ποιο είναι το αντικείμενό της; Κάθε φορά που αναφέρομαι σε αυτήν, ακολουθούν οι ίδιες ερωτήσεις από ένα κοινό που δείχνει ενδιαφέρον να εξερευνήσει αυτό το ως ένα βαθμό άγνωστο στους πολλούς (όσον αφορά τον ελληνόφωνο χώρο) ερευνητικό πεδίο.
Πρόκειται για ένα κίνημα το οποίο επανακαθόρισε την έννοια του ιστορικού αρχείου, διεύρυνε τις γνώσεις μας για πολλές κοινωνικές ομάδες, αλλά και μεμονωμένα άτομα και συνέβαλλε στην ανανέωση της ιστορικής επιστήμης. Σύμφωνα με τον Paul Thompson, η εστίαση στρέφεται στην οπτική γωνία των λιγότερο ισχυρών (Perks-Thomson 1998: 214).
Όσο για την εναρκτήρια ημερομηνία της, έχει διατυπωθεί η άποψη ότι η αρχή της ανάγεται πίσω στην εποχή του Ηροδότου και του Θουκυδίδη, στον 5ο αιώνα π.Χ. ή και ακόμη παλαιότερα, στις προϊστορικές κοινωνίες. Ωστόσο, οι δύο ιστορικοί ήταν εκείνοι που χρησιμοποίησαν κατά κόρον προφορικές μαρτυρίες για την τεκμηρίωση πολλών γεγονότων. Για αιώνες οι άνθρωποι χρησιμοποιούσαν σχεδόν αποκλειστικά τις προφορικές μαρτυρίες ως τις μόνες πηγές πληροφόρησης των γεγονότων του παρελθόντος (Dunaway- Baum 1996: 181).
Ωστόσο, παρά την αδιαμφισβήτητα μακραίωνη παράδοση της αρχαιότητας, η Προφορική Ιστορία με τη σύγχρονη έννοια εμφανίστηκε δυναμικά στα μέσα του 20ου αιώνα, με τις ραγδαίες αλλαγές που επήλθαν σε όλους τους τομείς της ανθρώπινης δραστηριότητας, φέρνοντας στο προσκήνιο την «Ιστορία από τα κάτω», δηλαδή την ιστορία των καταπιεσμένων ομάδων (Βερβενιώτη 2017). Ιδιαίτερα από τη δεκαετία του 1960 συνέβαλε η εμφάνιση της Νέας Αριστεράς σε συνδυασμό με την εξέλιξη της τεχνολογίας (φορητά μαγνητόφωνα) (Charlton, Myers, Sharpless 2008: 23, 45, 66, 518). Και οι «από κάτω» ήταν αμέτρητοι. Εξάλλου, ως τα μέσα του 20ου αιώνα η ιστορία ασχολείτο κατ’ αποκλειστικότητα με σπουδαίους λευκούς άνδρες (Abrams 2016: 55). Κάπου εδώ έρχεται η Προφορική Ιστορία, για να δώσει φωνή σε όλους όσοι τη στερήθηκαν.
Η Προφορική Ιστορία δεν έχει συγκεκριμένη καταγωγή, καθώς η μεθοδολογία της διαμορφώθηκε από πολλούς ερευνητές ανά τον κόσμο. Αυτός είναι και ο λόγος που έχουμε τουλάχιστον από ένα χαρακτηριστικό εκπρόσωπο σε κάθε χώρα, ο οποίος θεωρητικά αποτελεί τον «πατέρα»-«ιδρυτή» του κινήματος στη χώρα του. Το μόνο που είναι αδιαμφισβήτητο, είναι ότι από τη δεκαετία του 1940 -οπότε και έγιναν οι πρώτες προσπάθειες- η όλη πρακτική καθορίστηκε από τον δυτικό ακαδημαϊκό κόσμο, με κυρίαρχο δίπολο τις ΗΠΑ και τη Βρετανία.
Ακόμη και ο ορισμός της δεν είναι παγιωμένος, καθώς δεν είναι απόλυτα σαφές τι περιλαμβάνει και τι όχι. Ο πληρέστερος ορισμός είναι της Willa Baum. Ως Προφορική Ιστορία ορίζεται α) μία καταγεγραμμένη συνέντευξη (ή συνεντεύξεις) ή μία μέθοδος ερώτησης-απάντησης β) που διεξάγονται από έναν ερευνητή που έχει γνώσεις για το υπό συζήτηση θέμα γ) με έναν ενημερωμένο πληροφορητή, που μιλά για κάτι στο οποίο συμμετείχε ή είχε παρατηρήσει δ) πάνω σε θέματα ιστορικού ενδιαφέροντος ε) που θα είναι προσβάσιμο μέσω κασέτας ή απομαγνητοφώνησης στο ευρύ κοινό (Dunaway- Baum 1996: 323-324).
Οι ερευνητές του κινήματος είχαν ως χαρακτηριστικό το διευρυμένο ενδιαφέρον για τις κοινωνικές αλλαγές που σημάδεψαν τις δεκαετίες του 1960 και του 1970. Θέλησαν να γνωρίσουν και να παρουσιάσουν τη διαφορετικότητα, όπως αυτή σκιαγραφήθηκε μέσα από τους αγώνες για τα πολιτικά δικαιώματα των Αφροαμερικανών, την ιστορία των γυναικών και την πορεία τους προς τη χειραφέτηση, το φοιτητικό κίνημα και την εκτροπή του, για να αναφερθούν μερικά μόνο πεδία δράσης. Όσοι ασχολήθηκαν με ιστορίες κοινοτήτων συνειδητοποίησαν κάτι που αποτέλεσε σημαντικό στόχο του κινήματος: μέσω της προφορικής ιστορίας, η ιστορία επιστρεφόταν πίσω στους δημιουργούς της (Charlton, Myers & Sharpless 2008: 26-29). Η έως τότε αποτυχία παρουσίασης των περιθωριοποιημένων έγκειτο στην έλλειψη διάθεσης από την επιστημονική κοινότητα να τους ακούσει ουσιαστικά.
Γενικά, μία από τις βασικές αρχές της Προφορικής Ιστορίας είναι να ακούμε τους πληροφορητές. Η επί αιώνες ενασχόληση της ιστορικής επιστήμης με τη διπλωματική και στρατιωτική ιστορία και την ηγεμονία του γραπτού αρχείου δεν άφηναν περιθώρια για εναλλακτικές προσεγγίσεις. Η ιστορία ήταν μία και σπάνια αμφισβητήσιμη. Όσοι διαφωνούσαν αυτοπεριχαρακώνονταν ως εχθροί του έθνους και παραχαράκτες της ιστορικής αλήθειας. Δεν υπήρχε λόγος να δοθεί σημασία στα λεγόμενα των απλών ανθρώπων. Δεν παρουσίαζαν ενδιαφέρον. Αυτή η αντίληψη είχε επικρατήσει διεθνώς.
Ως πεδίο κριτικής έρευνας άρχισε να αποκτά σημασία από τη δεκαετία του 1970, σαφώς επηρεασμένη από τις πολιτισμικές σπουδές και τον μεταμοντερνισμό. Υπήρχαν δύο κυρίαρχες προσεγγίσεις, της κοινωνικής ιστορίας και του αρχείου (Charlton, Myers & Sharpless 2008: 47). Την εποχή αυτή οι ερευνητές συνειδητοποίησαν ότι συμμετείχαν σε μια αμφίδρομη διαδικασία, με ανθρώπους που μοιράζονταν κάτι προσωπικό ή πολύ ιδιωτικό (Perks-Thomson 1998: 191).
Τα ίδια εκείνα στοιχεία που προσδίδουν στην Προφορική ιστορία ένα σύγχρονο χαρακτήρα και θεωρούνται πλεονεκτήματα, όπως η άρση της εμμονής στην «αντικειμενική» παρουσίαση των γεγονότων, είναι και εκείνα που από τους επικριτές της θεωρούνται ως μελανά σημεία.
Είναι αμφίβολο αν μπορούμε να συζητάμε για αντικειμενικότητα στην ιστορία, έστω και αν χρησιμοποιηθούν συμβατικές γραπτές πηγές (Dunaway- Baum 1996: 36, 41, 369). Εξάλλου, έχει αποδειχτεί ότι και οι γραπτές πηγές παραποιούνται εκούσια ή ακούσια, μιας και παράγονται από μια συγκεκριμένη οπτική, η αναγνώριση της οποίας βοηθά στην ερμηνεία των πηγών (Abrams 2016: 39). Παρά ταύτα τις εμπιστευόμαστε, ιδιαίτερα όταν δεν υπάρχει δυνατότητα πληροφόρησης από εναλλακτικές πηγές. Οι πηγές υπόκεινται στις κοινωνικές πιέσεις του περιβάλλοντος μέσα στο οποίο δημιουργήθηκαν. Αυτό που βρίσκει ο ιστορικός είναι το κοινωνικό νόημα και αυτό αξιολογεί. Οι προφορικές πηγές συμπληρώνουν ή επανερμηνεύουν τις αδυναμίες των γραπτών (Thompson 2002: 158-163, 197).
Στο ίδιο μοτίβο κινείται και η κριτική που αφορά το ζήτημα της μνήμης. Ορμώμενοι από το γεγονός ότι η πλειοψηφία των πληροφορητών της Προφορικής Ιστορίας ήταν ηλικιωμένα ή υπερήλικα άτομα, θεωρήθηκαν από τους επικριτές ως αναξιόπιστα. Μετά από έρευνες και μελέτη, έγινε κατανοητό ότι με εξαίρεση όσους πάσχουν από κάποιο σοβαρό πρόβλημα (λόγω άνοιας ή κάποιου εγκεφαλικού επεισοδίου), ένας ηλικιωμένος έχει εξίσου καλή μνήμη με έναν άνθρωπο 30 ετών. Εξάλλου, η πρόσφατη μνήμη είναι εκείνη που επηρεάζεται πρώτη και οι περιπτώσεις διαγραφής περιστατικών από τη μνήμη καθορίζονται από παράγοντες ανεξάρτητους από την ηλικία (για παράδειγμα η ανάγκη ή το ενδιαφέρον να θυμόμαστε ή να ξεχάσουμε κάποιο συμβάν). Για τους παραδοσιακούς ερευνητές η ανακατασκευή της μνήμης ισοδυναμεί με μόλυνση, για τους ερευνητές της Προφορικής Ιστορίας το ενδιαφέρον έγκειται ακριβώς σε αυτήν τη «μόλυνση» (Thompson 2002: 169-177, Abrams 2016: 129).
Τα πρώτα χρόνια, οι ερευνητές Προφορικής Ιστορίας είχαν μια απολογητική και αμυντική στάση έναντι των παραδοσιακών συναδέλφων τους. Η προσπάθεια για την επίτευξη της αντικειμενικότητας σε ορισμένες περιπτώσεις άγγιξε την εμμονή (Abrams 2016: 115-116). Η αλλαγή ήρθε με τη δημοσίευση του άρθρου της Luisa Passerini «Εργασία, ιδεολογία και συναίνεση υπό τον ιταλικό φασισμό» (1979), στο οποίο ανέφερε ότι «το πρωτογενές υλικό της ιστορίας δεν αποτελείται μόνο από πραγματολογικά στοιχεία, αλλά είναι πρωτίστως πολιτισμική έκφραση και αναπαράσταση, συνεπώς περιέχει όχι μόνο κυριολεκτικές αφηγήσεις, αλλά και τις διαστάσεις της μνήμης, της ιδεολογίας και των υποσυνείδητων επιθυμιών» (Perks- Thomson 1998: 54).
Σε γενικές γραμμές, το κίνημα της Προφορικής Ιστορίας ακολουθεί την εξέλιξη των πραγμάτων, τόσο σε ζητήματα θεωρίας και προσέγγισης όσο και στην πρόοδο της τεχνολογίας (Abrams 2016: 238). Τα ενδιαφέροντά του είναι τόσο διευρυμένα διεθνώς, ώστε θα ήταν απίθανο να εξαντληθούν τα θέματα ή οι πληροφορητές. Το σημαντικότερο όλων είναι ότι το μέλλον που προσφέρει –μακριά από την πρωτοκαθεδρία του γραπτού τεκμηρίου- είναι μέσω της συνειδητοποίησης στους ιστορικούς της παλαιάς τέχνης του επαγγέλματός τους (Thompson 2002: 115).
Οι νέες θεωρίες που θα προκύψουν στο μέλλον ή οι νέοι τρόποι προσέγγισης της επιστήμης της ιστορίας θα διευρύνουν τους ορίζοντες της προφορικής ιστορίας, η οποία χωρίς υπερβολή είναι η πιο ευπροσάρμοστη από τις ιστορικές μεθόδους και θεωρίες. Με το πέρασμα του χρόνου φαίνεται πως αναζωογονείται και δημιουργεί κάτι καινούργιο.
Όσον αφορά την τεχνολογική εξέλιξη, είναι δύσκολο να την προβλέψει κανείς, όσο δύσκολη ήταν η πρόβλεψη για την εμφάνιση του Διαδικτύου το 1960. Είτε αφορά τους τρόπους καταγραφής είτε τους τρόπους παρουσίασης του υλικού, η Προφορική Ιστορία έχει αποδείξει ότι βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της προόδου χωρίς να διατηρεί ίχνος συντηρητισμού. Όποτε οι ερευνητές χρησιμοποίησαν παλαιότερες μεθόδους στη διεξαγωγή της έρευνάς τους, συνέβη για οικονομικούς λόγους –μιας και η προφορική ιστορία ήταν ανέκαθεν υποχρηματοδοτούμενη- και όχι για λόγους πεποίθησης.
Η Προφορική Ιστορία θα αποτελέσει ένα κορεσμένο πεδίο μόνο αν οι καθημερινοί άνθρωποι σταματήσουν να ζουν και να δημιουργούν ιστορία ή αν χάσουν την επιθυμία να μοιράζονται τις εμπειρίες και τα βιώματά τους με τις επόμενες γενιές. Η Προφορική Ιστορία θα έχει λόγο ύπαρξης όσο υπάρχουν άνθρωποι που έχουν καταπιεστεί, που θα έχουν καταπατηθεί τα δικαιώματά τους και θα έχουν παραγκωνιστεί από την επίσημη ιστοριογραφίας.
Είναι χαρακτηριστική η άποψη της Oakley για τη διεξαγωγή συνεντεύξεων Προφορικής Ιστορίας: «Το να παίρνεις συνέντευξη είναι σαν τον γάμο: όλοι γνωρίζουν περί τίνος πρόκειται, η συντριπτική πλειοψηφία το διαπράττει και παρ’ όλα αυτά πίσω από κάθε κλειστή πόρτα υπάρχει ένας ολόκληρος κόσμος από μυστικά» (Abrams 2016: 22). Αυτό είναι η Προφορική Ιστορία και αυτό καλούμαστε να ανακαλύψουμε.
Χριστίνα Τσαμουρτζή, Μεταπτυχιακή Φοιτήτρια Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας (Τμήματος Ιστορίας- Αρχαιολογίας), 2ο έτος
Βιβλιογραφία
1. Abrams Lynn (2016), Θεωρία Προφορικής Ιστορίας, Αθήνα.
2. Charlton L. Thomas, Myers E. Lois and Sharpless Rebecca (2008), Handbook of Oral History.
3. Dunaway K. David-Baum K. Willa (1996), Oral History: An Interdisciplinary Anthology.
4. Perks Robert- Thomson Alistair (1998), The Oral History Reader.
5. Thompson Paul (2002), Φωνές από το παρελθόν, Αθήνα.
6. Η εφημερίδα των Συντακτών (28-30-4/2017), Προφορική Ιστορία: Όταν μιλούν οι «από κάτω».
Comentários